Έναν μήνα μετά τη ρωσική εισβολή στην Πολωνία και με τον πόλεμο να μαίνεται, η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ιστορικές, υπαρξιακές προκλήσεις. Η αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και το ζήτημα της απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο φέρνουν ξανά στην επιφάνεια τις βαθιές εσωτερικές αντιθέσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Δεν είναι η πρώτη φορά που σε «κρίσιμες συνόδους» το χάσμα Βορρά και Νότου οδηγεί σε εντάσεις και διαφωνίες στρατηγικού χαρακτήρα.
Η επιβολή πλαφόν στη χονδρική τιμή του φυσικού αερίου και η αποσύνδεση της τιμής του από αυτή της ηλεκτρικής ενέργειας υπήρξαν κόκκινο πανί, αφού οι γνωστοί «σκληροί» της Ευρώπης παίζουν τον ρόλο εκπροσώπου των λόμπι της ενέργειας στις χώρες τους. Ισπανία και Πορτογαλία έδωσαν σκληρή μάχη για την εξαίρεσή τους από τη σύνδεση των τιμών ενέργειας.
Σάντσεθ και Κόστα ήρθαν σε σύγκρουση με τον Σολτς και τον Ρούτε κερδίζοντας τελικά το καθεστώς εξαίρεσης. Επικαλούμενοι τη γεωγραφική τους ιδιαιτερότητα -λόγω των Πυρηναίων είναι περιορισμένη η συνδεσιμότητα της Ιβηρικής με την υπόλοιπη Ευρώπη-, κέρδισαν το δικαίωμα να λαμβάνουν έκτακτα και προσωρινά μέτρα που θα οδηγήσουν άμεσα στη μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.
Δυστυχώς για εμάς, ο Έλληνας πρωθυπουργός περιορίστηκε για άλλη μια φορά σε ρόλο κομπάρσου. Όχι μόνο δεν διεκδίκησε άμεσα και ουσιαστικά μέτρα ανακούφισης για τους πολίτες που δεν βγάζουν την τρίτη εβδομάδα του μήνα, αλλά δεν είπε κουβέντα για τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας, πολλώ δε μάλλον για τη φορολόγηση τους.
Οι εκτιμήσεις και οι προειδοποιήσεις είναι δραματικές. Η ενεργειακή κρίση φέρνει επισιτιστική κρίση και ακρίβεια. Η έκτακτη κατάσταση απαιτεί έκτακτα και τολμηρά μέτρα, out of the box στρατηγική, συμμαχίες και σχέδιο. Αυτό όμως προϋποθέτει πολιτική ηγεσία που θα διεκδικήσει ώστε να μείνει η κοινωνία όρθια, όχι μια κυβέρνηση τροχονόμο-προστάτη των καρτέλ.
Από το κύριο άρθρο της “Αυγής”